ἀρκέω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἀρκέω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂erg-
Ρήμα
[επεξεργασία]ἀρκέω (παθητική φωνή: ἀρκέομαι / ἀρκοῦμαι)
ἀρκέω (παθητική φωνή: ἀρκέομαι / ἀρκοῦμαι)