Ἀαλβόργ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ἀαλβόργ ουδέτερο άκλιτο
- (καθαρεύουσα) το Άαλμποργκ
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- Ααλβόργ (μονοτονικό)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ἀαλβόργ
→ δείτε τη λέξη Άαλμποργκ |