Ἀνάφλυστόνδε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ἀνάφλυστόνδε < Ἀνάφλυστος + -δε

Επίρρημα

[επεξεργασία]

Ἀνάφλυστόνδε (τοπικό επίρρημα)