ἐπί μακρόν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἐπὶ μακρόν < → δείτε επί μακρόν
Έκφραση[επεξεργασία]
ἐπὶ μακρόν
- (καθαρεύουσα) → δείτε επί μακρόν
- ※ Οἱ γέροντες ὡμίλησαν κατόπιν ἐπὶ μακρὸν περὶ τῆς παλαιάς φιλίας των.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ἐπὶ μακρόν
→ δείτε επί μακρόν |