ἕως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ἕως, έως

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ως
      γενική τῆς ω
      δοτική τῇ
    αιτιατική τὴν ω
     κλητική ! ως
* Αιτιατική ενικού μόνο σε (αντί -ων).
2η κλίση - αττικόκλιτα, Κατηγορία 'κάλως' όπως «κάλως» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

ἕως θηλυκό

Πρόθεση

[επεξεργασία]

ἕως