ἱεροτελῶ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἱεροτελῶ < ἱερο- + τελῶ με τύπους όπως στα -έω ρήματα: ἱεροτελέω

ἱεροτελῶ

Ρηματικοί τύποι

[επεξεργασία]
  • ἱεροτελεῖ (γ' πρόσωπο ενεστώτα)
  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

Συγγενικά

[επεξεργασία]