AMSL
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Συντομομορφή[επεξεργασία]
AMSL (en) αρκτικόλεξο
- (αεροπορικός όρος) υπεράνω της μέσης στάθμης θάλασσας: μέτρηση απόστασης ενός σημείου από την επιφάνεια της θάλασσας
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Height above sea level στην αγγλική Βικιπαίδεια
Πηγές[επεξεργασία]
- ΟΜΕΟΔΕΚ (2015). Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ). Αθήνα: Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.