Armenisch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Armenisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης : armenisch |
Armenisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό