Geld

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɡɛlt/
 
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Geld (de) ουδέτερο

  • τα λεφτά
    hast du Geld? - έχεις λεφτά;



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Geld < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Geld αρσενικό ή θηλυκό

  • Priimki (G-L), Slovenija, letno, Vlada Republike Slovenije Statistični Urad Republike Slovenije (Επώνυμα (G-L), ετήσια, Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Σλοβενίας), ανακτήθηκε 16/9/2023, CC BY 4.0 [1]