LNG
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- LNG < Liquefied Natural Gas
Συντομομορφή[επεξεργασία]
LNG (en) αρκτικόλεξο
- συντομογραφία του liquefied natural gas (υγροποιημένο φυσικό αέριο, ΥΦΑ)