Wagenrad
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Wagenrad (de) ουδέτερο
- η ρόδα
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Wagen
Wagenrad (de) ουδέτερο