abaisseur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.bɛ.sœʁ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
abaisseur abaisseurs

abaisseur (fr) αρσενικό