abattage

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.ba.taʒ/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
abattage abattages

abattage (fr) αρσενικό