abjuration

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

abjuration < λατινική abjuratio

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ab.ʒy.ʁa.sjɔ̃/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
abjuration abjurations

abjuration (fr) θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]