accise
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
accise | accises |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]accise (fr) θηλυκό
- φόρος στην κατανάλωση
ενικός | πληθυντικός |
accise | accises |
accise (fr) θηλυκό