agresiune

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

agresiune (ro) θηλυκό

  1. η επίθεση
  2. η εισβολή
  3. η εχθροπραξία

Συγγενικά

[επεξεργασία]