angéite

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
angéite angéites

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

angéite (fr) θηλυκό