aurochs

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɔ.ʁɔk/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

aurochs (fr) αρσενικό άκλιτο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • aurochs στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
  • aurochs στη γαλλική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γαλλική Βικιπαίδεια
  • Auerochse στη γερμανική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γερμανική Βικιπαίδεια