autograph
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
autograph (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
autograph (en)
- το αυτόγραφο
Ρήμα[επεξεργασία]
autograph (en)
- (μεταβατικό) υπογράφω ένα αυτόγραφο