barge

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

barge (fr) και barjo

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barge (fr) θηλυκό

  1. το πουλί που μοιάζει με τη μπεκάτσα, έχει μακρύ ράμφος και συνηθίζεται στα έλη
  2. το ποταμόπλοιο, η μαούνα, o λέμβος
  3. ο παραλληλόγραμμος μύλος για το άχυρο