biding

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: bidding

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
biding bidings

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈbaɪdɪŋ/
παρώνυμο: bidding

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

  1. προσδοκία, αναμονή
  2. (παρωχημένο) μέρος διαμονής

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

biding (en)