bonne

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bɔn/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
bonne bonnes

bonne (fr) θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]