calculette
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
calculette | calculettes |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]calculette (fr) θηλυκό
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως για μικρές αριθμομηχανές, που έχουν λίγα πλήκτρα, αντίθετα με τη λέξη calculatrice.