calme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kalm/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

calme (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
calme calmes

calme (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]