carpe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
carpe carpes

carpe (fr) θηλυκό



Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

carpe β' ενικό προστακτικής ενεστώτα του ρήματος carpo