causalité

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
causalité causalités

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

causalité (fr) θηλυκό