cholestérol

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
cholestérol cholestérols

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

cholestérol (fr) αρσενικό