chouia

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: chouïa

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

chouia (fr) αρσενικό

  1. παραλλαγή του chouïa

Επίρρημα

[επεξεργασία]

chouia (fr)

  1. παραλλαγή του chouïa