converter

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
converter converters

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
converter < convert + -er

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

converter (en)

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]