couleur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

couleur < color < λατινική color

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
couleur couleurs

couleur (fr) θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]