democracy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
democracy | democracies |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- democracy < (άμεσο δάνειο) μέση γαλλική < μεσαιωνική λατινική democratia < αρχαία ελληνική δημοκρατία. Μορφολογικά αναλύεται σε demo- + -cracy
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]democracy (en)
- (πολιτική) η δημοκρατία (σύστημα)
Συγγενικά
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- democracy - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- democracy - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- democracy - Oxford Learner's Dictionaries
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τη μέση γαλλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση γαλλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (αγγλικά)
- Λέξεις με πρόθημα demo- (αγγλικά)
- Λέξεις με επίθημα -cracy (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Πολιτική (αγγλικά)