deprive

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας deprive
γ΄ ενικό ενεστώτα deprives
αόριστος deprived
παθητική μετοχή deprived
ενεργητική μετοχή depriving

deprive (en)