digne

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
digne < λατινική dignus

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /diɲ/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
digne dignes

digne (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. άξιος
  2. αντάξιος digne de...
  3. επάξιος