diksyonaryo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εβραιοϊσπανικά (lad)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
diksyonaryo diksyonaryos

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

diksyonaryo αρσενικό