distribute

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας distribute
γ΄ ενικό ενεστώτα distributes
αόριστος distributed
παθητική μετοχή distributed
ενεργητική μετοχή distributing

distribute (en)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]