embrochement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
embrochement | embrochements |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]embrochement (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
embrochement | embrochements |
embrochement (fr) αρσενικό