estate agent
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
estate agent | estate agents |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
estate agent (en)
- (βρετανικά αγγλικά, επάγγελμα) ο μεσίτης ακινήτων
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τον όρο real estate agent