euphorie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Euphorie

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ø.fɔ.ʁi/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
euphorie euphories

euphorie (fr) θηλυκό