every

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

every (en)

  • κάθε, χρησιμοποιείται με ουσιαστικά ενικού για να αναφέρεται σε όλα τα μέλη μιας ομάδας πραγμάτων ή ανθρώπων
    every ten days - κάθε δέκα μέρες
    in every way - με κάθε τρόπο
    his every movement - η κάθε του κίνηση
    Every man is born free.
    Κάθε άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος.
     συνώνυμα: each

Συγγενικά

[επεξεργασία]