finished

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός finished
συγκριτικός more finished
υπερθετικός most finished

finished (en)

  • τελειωμένος
    If she finds us, we are finished.
    Αν μας βρει, είμαστε τελειωμένοι.

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

finished (en)