form factor

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
form factor < → δείτε τις λέξεις form και factor

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
form factor form factors

form factor (en)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • form factor στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια