gland

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

gland < λατινική glans

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

gland (en)

  • αδένας
    endocrine gland - ενδοκρινής αδένας

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
gland glands

gland (fr) αρσενικό

  1. το βαλανίδι
  2. (ανατομία) η βάλανος