grand-mère

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
grand-mère grand-mères

grand-mère (fr) θηλυκό (αρσενικό grand-père)

  1. η γιαγιά, η νόνα
  2. (οικείο) η γριά

Αντώνυμα[επεξεργασία]