hoodie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
hoodie hoodies

Ετυμολογία [επεξεργασία]

hoodie < hood + υποκοριστικό επίθημα -ie

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈhʊd.i/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

hoodie (en)

  1. (ενδυμασία) χούντι, το φούτερ με ενσωματωμένη κουκούλα και, μερικές φορές, μια μεγάλη τσέπη καγκουρό στο μπροστινό μέρος
     συνώνυμα: kangaroo, kangaroo jacket, bunny hug
  2. (βρετανικό, αργκό, συνήθως μειωτικό) ο νεαρός που φοράει τέτοιο φούτερ
  3. (αργκό) η ακροποσθία
  4. (πτηνό) η κουρούνα
     συνώνυμα: hooded crow

Άλλες μορφές[επεξεργασία]