jubilation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

jubilation (en)



      ενικός         πληθυντικός  
jubilation jubilations

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

jubilation (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη jubiler