leek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
leek leeks

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

leek (en)



Εσθονικά (et)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

leek (et)