lejano
(Ανακατεύθυνση από lejo)
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lejano | lejanos |
θηλυκό | lejana | lejanas |
Επίθετο[επεξεργασία]
lejano (es)
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lejano | lejanos |
θηλυκό | lejana | lejanas |
lejano (es)