long-term

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός long-term
συγκριτικός longer-term
υπερθετικός longest-term

Ετυμολογία [επεξεργασία]

long-term < long + term

Επίθετο[επεξεργασία]

long-term (en)