média

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: media

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
média < (άμεσο δάνειο) αγγλική mass media / media < λατινική media < medius

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
média médias

média (fr) αρσενικό και πληθυντικός

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]