mace

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
mace maces

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /meɪs/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

mace (en)

  1. απελατίκι
  2. μασίς



Αλβανικά (sq)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

mace (sq)